Τετάρτη 21 Μαρτίου 2012

Finis Graeciae

Γράφει ο Χρήστος Γιανναράς το 1986

Δὲν ἀκούσατε τίποτα γιὰ τὸν τρελὸ ἐκεῖνο ἄνθρωπο, ποὺ μέρα-μεσημέρι ἄναψε ἕνα λαδοφάναρο κι ἔτρεχε στὴν ἀγορὰ φωνάζοντας ἀσταμάτητα:
– Ψάχνω γιὰ τὴν Ἑλλάδα! Ψάχνω γιὰ τὴν Ἑλλάδα!
Ὅσοι ἦταν ἐκεῖ μαζεμένοι, πού ποτέ τους δὲν πίστεψαν στὴν   Ἑλλάδα, οὔτε καὶ τὴν σκέφτονταν πιά, ἔστω κι ἄν λέγονταν Ἕλληνες, ξέσπασαν σὲ γέλιο δυνατό. Μπᾶς καὶ χάθηκε ἡ Ἑλλάδα; εἶπε ὁ ἕνας. Μήπως μᾶς παίζει κρυφτούλι; πρόσθεσε ἄλλος. Ἤ πῆρε τὸ πλοῖο κι ἔφυγε; κάγχασε τρῖτος. Λὲς νὰ μᾶς φοβᾶται καὶ κρύφτηκε; Τότε ὁ τρελός πήδησε ἀνάμεσά τους, τοὺς κεραύνωσε μὲ τὴ ματιά του καὶ φώναξε:
– Ποῦ εἶναι ἡ Ἑλλάδα – θὰ σᾶς τὸ πῶ ἐγώ! Τὴ σκοτώσαμε, ἐσεῖς κι ἐγώ. Ἐμεῖς ὅλοι εἴμαστε οἱ φονιάδες της. Δὲν νιώθετε γύρω σας τὸ κενό; Δὲν σᾶς περονιάζει ἡ παγωνιὰ πού εἴσαστε χωρὶς πατρίδα; Δὲν ἀκοῦτε λοιπὸν τίποτα ἀπὸ τὸν σαματὰ πού κάνουν οἱ νεκροθάφτες θάβοντας τὴν Ελλάδα; Δὲν σᾶς χτύπησε ἡ μπόχα τῆς σήψης; Σαπίζουν κι οἱ πατρίδες. Ἡ Ἑλλάδα πέθανε, ἡ Ἑλλάδα θὰ μείνει νεκρή!
Ἐκεῖ σώπασε ὁ τρελὸς ἄνθρωπος καὶ κοίταξε τοὺς γύρω του ποὺ εἶχαν βουβαθεῖ. Τότε πέταξε τὸ φανάρι του στὸ χώμα καὶ τό ’κανε κομμάτια.
– Ἔρχομαι πρόωρα, εἶπε. Δὲν εἶμαι στὸν κατάλληλο καιρό. Αὐτὸ τὸ τεράστιο γεγονὸς ποὺ σᾶς ἀναγγέλλω εἶναι ἀκόμα στὸ δρόμο καὶ βαδίζει – δὲν ἔφτασε ἀκόμα στὰ αὐτιὰ τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ἀστραπὴ καὶ ἡ βροντὴ χρειάζονται χρόνο, τὸ φῶς τῶν ἄστρων θέλει καιρὸ γιὰ νὰ φτάσει σὲ μας, οἱ πράξεις χρειάζονται χρόνο, ἔστω κι ἂν ἔχουνε διαπραχθεῖ, γιὰ νὰ γίνουν ὀρατὲς καὶ ἀκουστές. Αὐτὴ ἡ πράξη – ὁ θάνατος τῆς Ἑλλάδας – εἶναι γιὰ τοὺς Ἕλληνες ἀκόμα πολὺ μακρινή. Κι ὅμως οἱ ἴδιοι τὴν ἔχουν διαπράξει.

Finis Graeciae.
Δὲν ἔχει σημασία ἂν ὁ τρελὸς ξεπήδησε ἀπὸ τὶς σελίδες τοῦ Νίτσε σὲ ἄλλη ἐποχὴ καὶ γιὰ ν’ ἀναγγείλει ἄλλο γεγονός. Σημασία ἔχει πώς μόνο ἕνας τρελὸς ἄνθρωπος βγαίνει καταμεσὶς στὴν ἀγορὰ νὰ πεῖ τέτοιες ἀλήθειες. Καὶ πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ τὸν πάρουμε γιὰ τρελό, διαφορετικὰ ὁ πανικὸς θὰ ξαπλωθεῖ σὰν ἐπιδημία – οἱ ἄνθρωποι δὲν ἀντέχουμε πάρα πολλὴ πραγματικότητα. Γύρω μας ἡ καθημερινότητα κυλάει ὁμαλά, τὴν μπόχα τῆς ἀποσύνθεσης τὴν παίρνουμε σὲ δόσεις μικρὲς πολλὰ χρόνια τώρα, τὴ συνηθίσαμε. Τοὺς νεκροθάφτες, τοὺς ἔχουμε κι αὐτοὺς ἀπὸ πολλὰ χρόνια ἐξωραΐσει, εἶναι ὑπάλληλοι τελετῶν, θάβουν τελετουργικὰ τὴν πατρίδα. Τὸ χρήμα κυκλοφορεῖ ἄφθονο στὴν ἀγορά, συντηρεῖ πολυάριθμα μαγαζιὰ μὲ πανάκριβα εἴδη, τὰ νυχτερινὰ κέντρα γεμίζουν. Γιατί νὰ πιστέψουμε ὅτι τὸ κράτος ἔχει μπεῖ στὴ διαδικασία τῆς πτώχευσης, ὅτι δὲν ἔχει χρήματα, οὔτε καὶ γιὰ τὶς στοιχειώδεις ὑποχρεώσεις του. Τὰ λόγια τοῦ τρελοῦ ἀνθρώπου μᾶς ἀγγίζουν μόνο ἐξωτερικά, σὰν χειμωνιάτικο κρύο.


Βέβαια, βλέπουμε κι ἀκοῦμε τὰ κοράκια μαζεμένα ὁλόγυρα στὰ δέντρα – μυρίζονται πτώμα. Ὁ Ὀζὰλ ἀπειλεῖ ἀναίσχυντα, οἱ Σέρβοι μιλᾶνε γιὰ «μακεδονικό», ὁ Ντενκτὰς γλείφεται καὶ γιὰ τὴν ὑπόλοιπη Κύπρο. Γιατί ὄχι, ἀφοῦ ἀντίσταση δὲν ὑπάρχει, ἔχει νεκρωθεῖ κάθε κίνητρο ἀντίστασης. Στὴ διαδικασία τῆς αποσύνθεσης τὸ μόνο κίνητρο είναι ἡ ἀτομικὴ ἐπιβίωση – οἱ  συντελεστὲς τῆς ἀποσύνθεσης εἶναι τὰ τυφλὰ σκουλίκια ποὺ ξέρουν μόνο νὰ τρώνε τὸ πτώμα. Γι’ αὐτὸ καὶ σύμβολο τοῦ θανάτου μᾶς ἔγιναν τὰ «φαγάδικα» καὶ τὰ «σούπερ-μάρκετ». Γίνεται εἰσβολὴ στὴν Κύπρο, καὶ οἱ Ἕλληνες κατακλύζουμε τὰ σούπερ-μάρκετ μὲ θηριώδη ἀγοραστικὴ μανία. Γίνεται σεισμός, πάλι ἐκεῖ τρέχουμε πανικόβλητοι. Ὑποτίμηση τῆς δραχμῆς, καὶ γρονθοκοπιόμαστε στὰ σούπερ-μάρκετ ποιὸς θὰ ψωνίσει περισσότερα. Ἔρχεται ἡ ραδιενέργεια τοῦ Τσέρνομπιλ, καὶ πάλι στὴ μανιώδη ἀποθησαύριση ἀγαθῶν ξεσπάμε.

Finis Graeciae.
Γιατί ὄχι, ἀφοῦ κάθε ἄλλο νόημα ζωῆς τὸ ἀρνηθήκαμε συνειδητὰ καὶ μὲ πείσμα. Ἡ ζωὴ εἶναι μόνο σχέσεις οἰκονομικές, διαδικασίες παραγωγῆς καὶ συστήματα διανομῆς τῶν ἀγαθῶν. Νὰ μιλᾶς γιὰ πατρίδα εἶναι γλυκερὸς ἰδεαλισμός, οἱ πατρίδες πέθαναν, ὑπάρχει μόνο τὸ κράτος, ρυθμιστὴς καὶ διαχειριστὴς τοῦ παιχνιδιοῦ τῆς οἰκονομίας. Ἐλᾶτε στὰ σχολεία μας καὶ στὰ πανεπιστήμια νὰ δεῖτε πώς γιορτάζουμε τὶς ἐθνικὲς γιορτές. Ἡ λέξη ἐλευθερία εἶναι σχεδόν ἀπαγορευμένη, ὅλοι μιλᾶμε μόνο γιὰ εἰρήνη. Δὲν ὑπάρχουν πιὰ ἀγῶνες καὶ θυσίες προγόνων, ὑπάρχουν συσχετισμοὶ ἐξαγωγικοῦ ἐμπορίου καὶ ἀναγκῶν τῆς ντόπιας ἀγορᾶς – γι’ αὐτοὺς τοὺς συσχετισμοὺς ξεσηκώθηκαν οἱ Ἕλληνες τὸ 1821, γιὰ τίποτε ἄλλο. Τόλμησε ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας νὰ μιλήσει γιὰ ὀργανικὴ συνέχεια τῆς ἑλληνικῆς Παράδοσης στὸ Βυζάντιο καὶ στὴν τουρκοκρατία, καὶ ξε\σηκώθηκαν νὰ τὸν ξεσκίσουν οἱ «ἐπιστήμονες» τῆς Ιστορίας – ἀφοῦ Ἱστορία εἶναι μόνο ἡ ἀναδίφηση στὰ μπακαλοτέφτερα τοῦ ἐμπορίου καὶ τῆς ἀγορᾶς, κι ἂς πάει νὰ κουρεύεται ὁ Θουκυδίδης.


Ποιός μπορεῖ νὰ ἀρνηθεῖ ὅτι αὐτὸ τὸ ἔγκλημα τῆς φανατισμένης κατεδάφισης τὸ εἶχε προετοιμάσει ἡ ἄλλη ἀκρότητα – ἡ ἰδεαλιστική ἐξιδανίκευση τοῦ εθνικοῦ παρελθόντος. Ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ τελικὰ μετράει εἶναι τὸ σημερινὸ πτώμα τῆς πατρίδας, ἡ ἀποσύνθεση τῆς ἱστορικῆς μνήμης, ἡ ἀναπηρία μας καὶ ἀνημπόρια νὰ ψηλαφίσουμε στὴ ζωή καὶ στὴν Ἱστορία τὶς βαθύτερες ἀπαιτήσεις τοῦ ανθρώπου γιὰ ποιότητα καὶ νόημα τῆς ὑπαρξῆς του.

Finis Graeciae.
Ἡ Ἑλλάδα πέθανε καὶ τὴν σκοτώσαμε ἐμεῖς – δὲν εἶναι ρητορικό σχήμα. Δὲν ὑπάρχει προηγούμενο λαοῦ ποὺ μὲ ἀπόφαση τῆς Βουλῆς (ὁμόφωνη) νὰ καταργεῖ τὸν τρόπο τῆς γραφῆς ποὺ συντήρησε τὴ γλώσσα του ζωντανὴ δυὸ χιλιάδες χρόνια. Καὶ κανένας τρελὸς δὲν βγῆκε στὶς πλατεῖες νὰ οὐρλιάξει γιὰ τὸ μονοτονικό, ποὺ κάνει ἀκατανόητο ἕνα μεγάλο μέρος ἀπὸ τὸ ζωντανὸ λεξιλόγιο καὶ ἀποδιαρθρώνει τὴ σύνταξη. Προτεραιότητα ἔχουν πολλὲς ἄλλες ἀνάγκες πάρεξ ἐλευθερία καὶ γλώσσα.


Δὲν ἔχει νόημα νὰ ἀπαριθμοῦμε τὰ συμπτώματα τοῦ ἐκούσιου αὐτομηδενισμοῦ μας. Ἔχουν τόσα συντελεστεῖ, ἀλλὰ ὅσοι τρελοὶ κι ἂν τὰ διαλαλήσουν στὴν ἀγορά, εἶναι ἀπόλυτα σίγουρο πώς θὰ μᾶς ἀφήσουν ἀδιάφορους. Γιατί οἱ πράξεις, ἔστω κι ἂν ἔχουν δημόσια διαπραχθεῖ, χρειάζονται χρόνο γιὰ νὰ γίνουν ὁρατὲς καὶ νὰ συνειδητοποιηθοῦν ἀπὸ τοὺς πολλούς. Ἐξ ἄλλου, τὸ μέγεθος τῆς συντελεσμένης καταστροφῆς εἶναι τόσο μεγάλο, πού γίνεται ἀπρόσιτο στὰ μέτρα τῶν δικῶν μας σπιθαμιαίων ἀναστημάτων. Κι ὅμως ἐμεῖς εἶμαστε ποὺ διαπράξαμε τὴν πελώρια καταστροφή – ἐμεῖς, οἱ ἐπίγονοι νάνοι. Μποροῦν νὰ διανοηθοῦν οἱ κομματικοὶ λόχοι τῶν βουλευτῶν μας ποιὸ πανανθρώπινο ἀγαθὸ διαχειρίζονται, ὅταν πειθήνιοι στὸ ἀρχηγικὸ νεῦμα ψηφίζουν τὸ μονοτονικὸ ἢ τὶς ἀλλοπρόσαλλες ἐκπαιδευτικὲς μεταρρυθμίσεις; Ἢ μήπως συνειδητοποιοῦν οἱ Ἐπίσκοποι τῆς Ἑλλαδικής Ἐκκλησίας ποιὰ πανανθρώπινη ἐλπίδα ἀφανίζουν, ὅταν ἀλλοιώνουν τὴν ὀρθόδοξη Παράδοση αὐτοῦ τοῦ τόπου σὲ θρησκευτικὴ ἰδεολογία καὶ νομικίστικη ἠθικολογία;


Σίγουρα εἶναι λειψὸ καὶ στεῖρο νὰ εἶμαστε φύλακες μουσείου, διαχειριστὲς μόνο ἑνὸς λαμπροῦ παρελθόντος. Ἀλλὰ εἶναι καὶ μικρονοϊκὴ αὐταπάτη νὰ πιστεύουμε, ὅτι θὰ ἀνοιχτοῦμε δυναμικὰ στὴν ἐξέλιξη καὶ στὴν πρόοδο κατεδαφίζοντας κάθε στοιχεῖο πολιτιστικῆς ταυτότητας, μόνο γιὰ νὰ ἐξομοιωθοῦμε ἀλλοτριωμένοι μὲ τὰ φαντασιώδη πρότυπα εἰσαγόμενων ιδεολογημάτων. Ὁ εὐρωπαῖος, ὅταν υἱοθετήσει τὸν μηδενισμό, ἔλεγε ὁ Ντοστογιέφσκυ, ἔχει τὰ ἴδια ἐρείσματα ζωῆς πού συντηροῦσε καὶ θρησκευόμενος: τὴν προτεραιότητα τῆς λογικῆς, τὸν ὠφελιμισμό, τὴ θεσμοποίηση τῶν ἀτομικῶν ἐξασφαλίσεων, γι’ αὐτὸ καὶ δύσκολα φτάνει στὴν κοινωνικὴ ἀποσύνθεση καὶ στὸ χάος. Ἐνῶ λαοὸ πού ἐπέζησαν μέσα στοὺς αἰώνες χάρη σὲ διαφορετικὰ ἐρείσματα ζωῆς – ὅπως οἱ Ρώσοι ἢ οἱ Ἕλληνες – ὅταν γίνουν μηδενιστὲς «βουτάνε κατακέφαλα στὸν παραλογισμό» δὲν ξέρουν μέτρο.

Finis Graeciae.
Ἡ διαπίστωση φωτίζεται ἀπὸ τὰ γεγονότα πού ζοῦμε: Δὲν ἰσχύουν πιὰ στὸ κοινωνικὸ μας σώμα οὔτε κἂν κριτήρια ὠφελιμισμοῦ. Ὅλοι ξέρουμε ὅτι τὰ τελευταία μέτρα τῆς κυβέρνησης ἦταν τὸ ἔσχατο ψήγμα ἐλπίδας νὰ περισωθεῖ ἀπὸ τὴ χρεωκοπία ἡ οικονομία τῆς χώρας. Καὶ ὅλοι σαμποτάρουν τὰ μέτρα αὐτὰ ἐν ψυχρῷ καὶ μὲ κάθε τρόπο. Ὅλοι ξέρουμε ὅτι σὲ στιγμὲς ἐπιθανάτιας κρίσης, ὅπως αὐτὴ ποὺ ζοῦμε, ὁ διχασμὸς τοῦ λαοῦ εἶναι ὁ συντομότερος δρόμος πρὸς τὴν ὁλοκληρωτικὴ καταστροφή. Κι ὅμως, ἀπὸ τὴ Βουλὴ ὥς τὴν τηλεόραση, κι ἀπὸ τὶς ἐφημερίδες ὡς τὶς φοιτητικὲς νεολαῖες, ὅλοι καλλιεργοῦν ἀδίσταχτα τέτοιον ἐφιαλτικὸ διχασμὸ ποὺ δὲν γνώρισε ἡ χώρα οὔτε στὴν ἐποχὴ τοῦ ἐμφυλίου. Στὴν ἐπαρχία τὸ φαινόμενο ἔχει πραγματικὲς διαστάσεις κοινωνικῆς ἀποσύνθεσης. Δὲν λειτουργοῦν πιὰ οὔτε κἂν οἱ προσωπικὲς σχέσεις οἱ συνεκτικὲς τῶν μικρῶν κοινωνιῶν, καθώς ὁ ἐγωκεντρισμὸς τῆς ἀτομικῆς ἐπιβίωσης θωρακίζεται στὴ δραματικὴ μοναξιὰ τῆς φανατισμένης κομματικῆς ἔνταξης.


Τὸν παραλογισμὸ τὸν συνειδητοποιοῦμε ὅταν ἡ καταστροφὴ ἔχει πιὰ συντελεστεῖ. Ἔτσι ἔγινε τὸ 1897, ἔτσι ἔγινε τὸ 1922, ἔτσι καὶ τὸ 1974 στὴν Κύπρο. Μόνο ποὺ τώρα οἱ προδιαγραφές τοῦ παραλογισμοῦ ὁδηγοῦν ὅχι ἀπλῶς σὲ ἐθνικὴ συμφορά, ἀλλὰ σὲ ὁριστικὸ τέλος. Finis Graeciae. Τὰ κοράκια στὰ δέντρα ἔχουν ἀλάθητο ἔνστικτο γιὰ τὸν ἐπικείμενο διαμελισμὸ τοῦ πτώματος. Τὸ σίγουρο εἶναι ὅτι ἀκόμα καὶ τότε ἐμεῖς θὰ γρονθοκοπιόμαστε στὰ σούπερ-μάρκετ γιὰ περισσότερες προμήθειες. Γιὰ ποιά Παράδοση νὰ πολεμήσουμε, γιὰ ποιὰ πολιτιστικὴ ταυτότητα, γιὰ ποιά ἱστορικὴ μνήμη. Αὐτά ὅλα τὰ ρήμαξαν ψυχρὰ καὶ ἀνελέητα οἱ «φωταδιστές». Δὲν μᾶς μένουν σὰν νόημα ζωῆς παρὰ μόνο οἱ νόμοι τῆς αγοράς. Δηλαδή τὸ σούπερ-μάρκετ.


Finis Graeciae.

Πηγή: Τὸ Βήμα, 06/07/1986 καὶ στὸ βιβλίο τοῦ ἰδίου: «Finis Graeciae - θρηνητική εἰκασία», ἐκδόσεις Δόμος, Ἀθήνα 1987.

«Λευτεριά στον Τζορτζ Κλούνεϊ»

Το βρήκα ενδιαφέρον και το παραθέτω. Ελπίζω στην ανοιχτομυαλιά σας, μην το πάρετε με τις ντομάτες εξ αρχής.





Tου Πάσχου Μανδραβέλη

Ολος ο κόσμος είδε τον διάσημο ηθοποιό Τζορτζ Κλούνεϊ να έχει τα χέρια δεμένα πισθάγκωνα, με εκείνη τη λεπτή πλαστική κορδέλα που χρησιμοποιούν οι αστυνομικές αρχές των ΗΠΑ ως χειροπέδες μιας χρήσης. Το έγκλημα που οδήγησε στη σύλληψη του διάσημου ανά την υφήλιο ηθοποιού, του πατέρα του, κάποιων βουλευτών του Δημοκρατικού Κόμματος, αλλά και προσωπικοτήτων -όπως ο γιος του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ- δεν ήταν κάποια πράξη «συμβολικής» βίας, σαν αυτές που συνηθίζουμε στην Ελλάδα. Οι προαναφερθέντες συνελήφθησαν διότι διαδήλωσαν εντός της απαγορευμένης ζώνης, δηλαδή σε απόσταση μικρότερη των πενήντα μέτρων από την πρεσβεία του Σουδάν.

Σε κάποιες χώρες ο νόμος τηρείται με το υποδεκάμετρο. Δεν εφαρμόζεται ούτε αναλόγως των προθέσεων (που δηλώνουν κάποιοι) ούτε αναλόγως του κοινωνικού στάτους που έχουν αυτοί οι «κάποιοι». Κάθε παραβίαση του νόμου έχει τις συνέπειές του. Αντιθέτως, στην Ελλάδα έχουμε άλλες παραδόσεις. Διαδηλωτές με στειλιάρια (που έχουν στην άκρη τον φερετζέ μιας κόκκινης σημαιούλας) πέφτουν πάνω στους παρατεταγμένους αστυνομικούς για να υπογραμμίσουν το δικαίωμα κάθε πολίτη στον σαματά. «Προκαλείται ένταση», όπως συνηθίζουν να λένε τα κανάλια, το βράδυ τα δελτία έχουν υλικό να παίξουν, και οι καθ’ ημάς αριστεροί έχουν κάτι να λένε για την «επανάσταση» που έρχεται.

Μπορούμε να φανταστούμε τι θα συνέβαινε αν συλλαμβανόταν για παραβίαση κάποιου νόμου ο κ. Μίκης Θεοδωράκης; Σύμφωνοι: ο Τζορτζ Κλούνεϊ δεν είναι Μίκης Θεοδωράκης, αλλά εδώ είναι ανεπίτρεπτο ακόμη και να μυρίσει δακρυγόνα ο Ελληνας μουσουργός, ακόμη και σε χώρους που πέφτουν δακρυγόνα.

Το δεύτερο που πρέπει να παρατηρήσουμε είναι ότι ο διάσημος ηθοποιός δεν κατήγγειλε την αστυνομία της Ουάσιγκτον για «ποινικοποίηση του αγώνα» του. Αντιθέτως: χρησιμοποίησε τη σύλληψη προς όφελος του σκοπού που επεδίωκε. Ο ίδιος δεν θέλησε να πάρει τα «επαναστατικά παράσημα» που αφειδώς δίνονται από την εγχώρια Αριστερά. Μίλησε ελάχιστα για την περιπέτειά του αλλά πολύ για το Νταρφούρ, για το οποίο, εξάλλου, διαδήλωνε σε πρώτη φάση. Οι ημέτεροι «επαναστάτες» ξεχνούν αμέσως τον αγώνα και κάνουν πρώτο θέμα σε όλα τα κανάλια τις λεπτομέρειες της «αστυνομικής βίας» και την ποινικοποίηση των αγώνων στην εποχή της «χούντας», την οποία ως γνωστόν ζούμε. Εκτός του Κλούνεϊ, ούτε οι φίλοι του και οι θαυμαστές του είπαν «έλα μωρέ, τι έγινε; Επειδή διαδήλωσε στα 48 μέτρα αντί τα 50, έπρεπε να συλληφθεί; Αυτό είναι τώρα το πρόβλημα της χώρας; Δεν βλέπετε τον Ο Τζέι Σίμπσον που πήγε στο δικαστήριο για τη δολοφονία της συζύγου του και αθωώθηκε;» Αλλά ούτε το Δημοκρατικό Κόμμα εξέδωσε κάποια ανακοίνωση για τη σύλληψη των βουλευτών του, διακηρύσσοντας το δικαίωμα στην -μικρή έστω- ανομία, ελέω της βουλευτικής ασυλίας. Σε κάποιες χώρες δεν είναι υποκριτικό το αίτημα για ισονομία. Δεν διαδηλώνουν υπέρ και κατά της ασυλίας ταυτόχρονα.

Από τα παραπάνω συνάγεται ότι δεν πρόκειται να δούμε γκράφιτι στους τοίχους της Ουάσιγκτον να λένε «Ο Τζορτζ Κλούνεϊ είναι αθώος». Οι «επαναστατικώς» ξενέρωτοι Αμερικανοί θα περιμένουν τη Δικαιοσύνη να κρίνει. «Τσκ, τσκ, τσκ», που θα ’λεγαν οι παλιές καραβάνες των ελληνικών αγώνων.